Συναξαριστής |
5 Οκτωβρίου όνομα: ΧΑΡΙΤΙΝΗ (Χαριτίνη, Χαριτίνα, Χαρίτη, Τίνα, Χαρά) |
Η ΑΓΙΑ ΧΑΡΙΤΙΝΗ
Ήταν δούλη σε κάποιο πλούσιο σπιτικό και ο αφέντης της ονομαζόταν Κλαύδιος. Όταν ο βασιλιάς Δομέτιος (290μ. Χ.) έμαθε ότι ήταν χριστιανή, διέταξε τον κύριό της να στείλει τη Χαριτίνη να την εξετάσει ο ίδιος. Ο Κλαύδιος λυπήθηκε τόσο πολύ, ώστε φόρεσε τρίχινο φόρεμα, όπως συνήθιζαν τότε, και θρηνούσε. Η Χαριτίνη τον παρηγορούσε και του έλεγε ότι δεν πρέπει να λυπάται, αλλά να χαίρεται. Διότι και αν ακόμα πεθάνει, θα αξιωθεί να προσφέρει τον εαυτό της "θυσίαν δεκτήν, ευάρεστον τω Θεώ". Δηλαδή, θυσία που δέχεται και ευχαριστείται σ' αυτή ο Θεός. Ο Κλαύδιος της είπε να τον θυμηθεί όταν πάει κοντά στον επουράνιο Βασιλέα. Όταν την έφεραν μπροστά στο βασιλιά Δομέτιο, ομολόγησε με θάρρος τον Χριστό. Τότε αυτός έδωσε διαταγή και της ξύρισαν το κεφάλι. Αλλά δια θαύματος, αμέσως το κεφάλι της ξαναγέμισε μαλλιά. Έπειτα βάζουν το κεφάλι της σε κάρβουνα αναμμένα και χύνουν από πάνω ξύδι. Κατόπιν καίνε τα πλευρά της με αναμμένες λαμπάδες και με μια πέτρα στο λαιμό τη ρίχνουν στη θάλασσα. Αλλά και πάλι ο Θεός την έσωσε. Τότε διατάχθηκε να πάει σε πορνείο. Η Χαριτίνη, όμως, προσευχήθηκε, και η αγνή ψυχή της παραδόθηκε πλέον στο ζωοδότη Θεό. Απολυτίκιο. Ήχος γ'. Θείας πίστεως. Θεία χάριτι, κραταιωθείσα, κράτος ήσχυνας, της δυσσεβείας, Χαριτίνη υπέρ φύσιν άθλήσασα' όθεν χαρίτων πηγήν άδαπάνητον, ως γλυκασμόν αναβλύζεις τοις κράζουσι. Μάρτυς ένδοξε, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν το μέγα έλεος. |
τέλος παράθεσης |