Συναξαριστής |
24 Σεπτεμβρίου όνομα: ΚΟΠΡΙΣ (Κόπρις, Κόπρος) |
ΟΣΙΟΣ ΚΟΠΡΙΣ
Από το βιβλίο Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού. Τόμος Α´. Εκδόσεις Δόμος, 2005, αντιγράφουμε τα παρακάτω: Ο όσιος Κόπρις γεννήθηκε πάνω σε μια κοπριά, έξω από το μοναστήρι του οσίου Θεοδοσίου του Κοινοβιάρχου. Η μητέρα του, μαζί με άλλους συγχωριανούς της, καταδιωκόταν από Αγαρηνούς και καθώς έτρεχε για να γλυτώσει την έπιασαν οι πόνοι της γέννας και γέννησε πάνω σε ένα σωρό κοπριάς. Να σημειώσουμε πως κατά τη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο κοπριά σήμαινε τον χώρο έξω των πόλεων και χωριών, όπου έριχναν τα σκουπίδια (σκουπιδότοπος). Οι μοναχοί βρήκαν το βρέφος πάνω στο σωρό της κοπριάς και κατά προσταγή του οσίου Θεοδοσίου (423 – 529 μ.Χ.) το πήραν στο μοναστήρι τους και το ονόμασαν Κόπρι. Το μωρό τρεφόταν με το γάλα μιας κατσίκας, η οποία έβοσκε μαζί με άλλες κατσίκες σε ένα κοπάδι. Όταν όμως ερχόταν η ώρα του μωρού να θηλάσει, τότε η κατσίκα, από μόνη της, έφευγε από το κοπάδι και κατέβαινε από το βουνό για να θηλάσει το μωρό. Αμέσως μετά, γυρνούσε στη βοσκή. Αυτό συνέβαινε μέχρι που μεγάλωσε το μωρό και άρχισε να τρώει στερεά τροφή. Όταν ο Κόπρις μεγάλωσε έγινε αγαπητός από τον όσιο Θεοδόσιο. Και επειδή εφύλαξε αμόλυντον το κατ΄ εικόναν, αξιώθηκε από την χάρη του αγίου Πνεύματος να υποτάσσει και θηρία ακόμα. Κάποτε βρήκε μια αρκούδα να τρώει τα μαρούλια του κήπου. Την έπιασε τότε από το αυτί και την έβγαλε έξω, επιτιμώντας την, με την ευχή του οσίου Θεοδοσίου, να μην μπει ξανά μέσα στον κήπο. Άλλη φορά, καθώς ανέβαινε το βουνό με το γαϊδούρι του μοναστηριού για να κόψει ξύλα, μια αρκούδα πλήγωσε το ζώο στο πόδι. Τότε ο όσιος, έπιασε την αρκούδα, φόρτωσε σε αυτήν τα ξύλα και της είπε: ''Δεν θα σε αφήσω, εσύ θα κάνεις την υπηρεσία του γαϊδάρου που πλήγωσες, μέχρι να γίνει καλά''. Έτσι λοιπόν, με την ευχή του οσίου Θεοδοσίου υποτάχθηκε σε αυτόν η αρκούδα και έφερνε τα ξύλα στο μοναστήρι. Μια φορά που διακονούσε στο μαγειρείο, έβραζε το φαγητό στο καζάνι και τα όσπρια που βράζανε χύνονταν έξω. Επειδή δεν βρήκε την κουτάλα, έβαλε το χέρι του μέσα στο καζάνι και –ώ του θαύματος!- αμέσως σταμάτησε ο υπερβολικός βρασμός, χωρίς να πάθει τίποτα το χέρι του. Ο όσιος Κόπρις ήταν στολισμένος με κάθε αρετή και μέχρι τα γεράματα δεν αμέλησε την άσκηση. Και παρ΄ ότι ήταν ενενήντα χρονών, πάντοτε στεκόταν σε ένα κρυφό μέρος και προσευχόταν. Αξιώθηκε να βλέπει τον κεκοιμημένο όσιο Θεοδόσιο και να συνομιλεί μαζί του. Στα ύστερα του βίου του, άκουσε τον όσιο Θεοδόσιο να του λέει: ''Αδελφέ Κόπρι, έφθασε ο καιρός του θανάτου σου. Έλα κοντά μου για να αναπαυθείς στον τόπο της αναπαύσεως που έχει ετοιμαστεί για σένα''. Λίγες μέρες μετά, αρρώστησε ελαφρά και αφού αποχαιρέτησε όλους τους πατέρες απήλθεν προς Κύριον. Ο όσιος Κόπρις έλαμψε ανάμεσα στους αγίους πατέρες σαν ήλιος, ενώ ήταν στολισμένος και με το μέγιστο αξίωμα της ιερωσύνης. Η ανωτέρω Αγιογραφία είναι Φορητή εικόνα ευρισκόμενη στην Ιερά Μητρόπολη Μόρφου. |
τέλος παράθεσης |